Ουρηθρίτιδα: αναλυτικός οδηγός θεραπείας

Η ουρηθρίτιδα είναι μια φλεγμονώδης κατάσταση της ουρήθρας, δηλαδή του σωλήνα μέσω του οποίου αποβάλλονται τα ούρα από την ουροδόχο κύστη προς το εξωτερικό περιβάλλον. Αν και πολλές φορές θεωρείται μια απλή φλεγμονή, στην πραγματικότητα μπορεί να κρύβει μια σοβαρή λοίμωξη ή να αποτελεί το πρώτο σημάδι ενός σεξουαλικώς μεταδιδόμενου νοσήματος. Η έγκαιρη αναγνώριση και η σωστή θεραπευτική προσέγγιση είναι πολύ σημαντικές για την αποτροπή μακροχρόνιων επιπλοκών.

Τι είναι η ουρηθρίτιδα;

Η ουρηθρίτιδα χαρακτηρίζεται από την φλεγμονή στο εσωτερικό τοίχωμα της ουρήθρας. Αυτή η φλεγμονή μπορεί να προκληθεί είτε από λοιμώδεις παράγοντες (όπως βακτήρια ή ιοί), είτε από ερεθιστικούς ή τραυματικούς μη λοιμώδεις παράγοντες. Εμφανίζεται τόσο σε άνδρες όσο και σε γυναίκες, αν και τα συμπτώματα και οι επιπλοκές διαφέρουν ανά φύλο. Εκδηλώνεται συνήθως με πόνο, κάψιμο κατά την ούρηση, συχνουρία ή έκκριση υγρών από την ουρήθρα.

Πώς προκαλείται η ουρηθρίτιδα;

Οι αιτίες της ουρηθρίτιδας χωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες: λοιμώδεις και μη λοιμώδεις.

Στις λοιμώδεις αιτίες περιλαμβάνονται μικροοργανισμοί που συχνά μεταδίδονται μέσω σεξουαλικής επαφής. Οι συχνότεροι είναι:

  • τα χλαμύδια (Chlamydia trachomatis),
  • η γονόρροια (Neisseria gonorrhoeae),
  • το Μυκόπλασμα (Mycoplasma genitalium) και
  • το Ουρεόπλασμα (Ureaplasma urealyticum).
  • Ιογενείς λοιμώξεις, όπως από τον ιό του απλού έρπητα (HSV) ή τον κυτταρομεγαλοϊό (CMV), μπορούν επίσης να προκαλέσουν ουρηθρίτιδα.

Από την άλλη, οι μη λοιμώδεις αιτίες μπορεί να περιλαμβάνουν τραυματισμούς (π.χ. από καθετήρες), ερεθιστικά χημικά (όπως απορρυπαντικά ή σπερματοκτόνα), ακόμα και αυτοάνοσες ή φλεγμονώδεις αντιδράσεις.

Ποια είναι τα βασικά συμπτώματα;

Η κλινική εικόνα της ουρηθρίτιδας ποικίλλει και μπορεί να προκαλέσει από πολύ ήπια έως έντονα συμπτώματα. Στους άνδρες, το πιο χαρακτηριστικό σύμπτωμα είναι το τσούξιμο ή κάψιμο κατά την ούρηση. Πολλοί αναφέρουν επίσης έκκριση υγρού από το πέος, φαγούρα ή ερεθισμό στο άνοιγμα της ουρήθρας, καθώς και συχνουρία ή αίσθηση ατελούς κένωσης της κύστης.

Στις γυναίκες, τα συμπτώματα είναι λιγότερο χαρακτηριστικά και πολλές φορές συγχέονται με ουρολοίμωξη. Περιλαμβάνουν συχνουρία, πόνο κατά την ούρηση (δυσουρία), ερεθισμό στην περιοχή της ουρήθρας και ήπιο πόνο στην περιοχή της πυέλου. Αξιοσημείωτο είναι ότι σημαντικό ποσοστό γυναικών με ουρηθρίτιδα είναι ασυμπτωματικές.

Πώς γίνεται η διάγνωση;

Η διάγνωση της ουρηθρίτιδας απαιτεί συνδυασμό κλινικής εξέτασης και εργαστηριακών εξετάσεων. Ο ουρολόγος λαμβάνει λεπτομερές ιστορικό (που περιλαμβάνει σεξουαλικές επαφές, πιθανούς ερεθιστικούς παράγοντες και προηγούμενες λοιμώξεις) και εξετάζει την περιοχή της ουρήθρας.

Επίσης διενεργείται καλλιέργεια ούρων, PCR τεστ για ανίχνευση χλαμυδίων ή γονόρροιας, καθώς και μικροσκοπική εξέταση ουρηθρικής έκκρισης. Σε πιο πολύπλοκες περιπτώσεις, μπορεί να χρειαστεί ουρηθροσκόπηση ή υπερηχογραφικός έλεγχος.

ουρηθρίτιδα woman in genitals pain

Πώς αντιμετωπίζεται η ουρηθρίτιδα;

Η προσέγγιση για την αντιμετώπισης της ουρηθρίτιδας εξαρτάται από το αίτιο που την προκαλεί.

Σε βακτηριακής αιτιολογίας ουρηθρίτιδα, η θεραπεία βασίζεται σε κατάλληλα αντιβιοτικά. Η δοξυκυκλίνη και η αζιθρομυκίνη είναι οι συνηθέστερες πρώτες επιλογές για την ουρηθρίτιδα από χλαμύδια, ενώ για τη γονόρροια προτιμάται η κεφτριαξόνη σε συνδυασμό με αζιθρομυκίνη. Σε περιπτώσεις μικτής λοίμωξης (π.χ. γονόρροια και χλαμύδια), συνιστάται συνδυαστική θεραπεία.

Η διάρκεια της θεραπείας μπορεί να διαφέρει – από μία εφάπαξ δόση, έως θεραπεία αρκετών ημερών. Σε κάθε περίπτωση, είναι απαραίτητο να ακολουθείται πιστά το σχήμα που προτείνει ο γιατρός.

Για μη λοιμώδη ουρηθρίτιδα, η θεραπεία επικεντρώνεται στην αποφυγή του ερεθιστικού παράγοντα (π.χ. αλλαγή προϊόντων καθαρισμού ή αποφυγή χημικών) και στη χορήγηση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων ή, σπανιότερα, αγωγής με τοπικά σκευάσματα.

Σημαντικό μέρος της θεραπείας αποτελεί και η ταυτόχρονη θεραπεία του/της σεξουαλικού συντρόφου, ώστε να αποφευχθεί επαναμόλυνση και διασπορά. Η θεραπεία είναι συνήθως αποτελεσματική, αλλά είναι σημαντικό να ακολουθείται αυστηρά το δοσολογικό σχήμα, να θεραπεύεται ταυτόχρονα και ο/η σύντροφος και να αποφεύγονται οι σεξουαλικές επαφές μέχρι την πλήρη αποδρομή της λοίμωξης.

Αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα και αποτελεσματικά, η ουρηθρήτιδα μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές. Στους άνδρες, η φλεγμονή μπορεί να εξαπλωθεί στον προστάτη (προστατίτιδα) ή στην επιδιδυμίδα (επιδιδυμίτιδα), επηρεάζοντας πιθανώς τη γονιμότητα. Σε χρόνιες περιπτώσεις, μπορεί να αναπτυχθεί στένωση της ουρήθρας, μια κατάσταση που αντιμετωπίζεται δύσκολα και μπορεί να προκαλέσει απόφραξη της ροής των ούρων.

Στις γυναίκες, η φλεγμονή μπορεί να επεκταθεί στο ανώτερο γεννητικό σύστημα και να οδηγήσει σε φλεγμονώδη νόσο της πυέλου, με αυξημένο κίνδυνο υπογονιμότητας ή εξωμήτριας κύησης.

Πώς μπορεί να προληφθεί η ουρηθρίτιδα;

Η πρόληψη της ουρηθρίτιδας εστιάζει κυρίως στην ασφαλή σεξουαλική συμπεριφορά και στην αποφυγή ερεθιστικών παραγόντων. Η χρήση προφυλακτικού είναι το βασικότερο προληπτικό μέτρο, ιδιαίτερα σε μη σταθερές σχέσεις. Η αποφυγή προϊόντων με έντονα αρώματα ή χημικές ουσίες στην ευαίσθητη περιοχή επίσης βοηθά.

Για άτομα με αυξημένο κίνδυνο ή με προηγούμενα επεισόδια ουρηθρίτιδας, συστήνεται τακτικός προληπτικός έλεγχος από ουρολόγο ή γυναικολόγο.

Η ουρηθρίτιδα είναι μια πλήρως διαχειρίσιμη πάθηση, αρκεί να διαγνωστεί και να αντιμετωπιστεί εγκαίρως. Η αναγνώριση των συμπτωμάτων, η άμεση επίσκεψη στον ουρολόγο και η κατάλληλη θεραπευτική αγωγή προστατεύουν από σοβαρές επιπλοκές και διαφυλάσσουν την υγεία του ουροποιητικού και αναπαραγωγικού συστήματος.